Η τελευταία φορά που η χώρα έζησε μια βίαιη αναδιανομή του πλούτου, πραγματοποιήθηκε επί της περιόδου κατά την οποία έλαβε χώρα το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου.
Ήταν τότε που πάνω από 1,5 εκ. Έλληνες έχασαν τις οικονομίες τους, όταν το θηριώδες ποσό των 30 τρις δραχμών άλλαξε χέρια.
Ήταν τότε που επετράπη να εισαχθεί στο χρηματιστήριο όποια «εταιρία» περνούσε απ’ έξω, με τις «άρρωστες» και ύποπτες αυτές «εισηγμένες» να συγκεντρώνουν το ιλιγγιώδες ποσό των 26,8 δις ευρώ, όπως προέκυψε από την έκθεση για την χρήση των αντληθέντων κεφαλαίων από τις εισηγμένες την τετραετία 1999-2002.
Ήταν τότε που δημιουργήθηκε η περίφημη «Αγία ΔΕΚΑ», όπως από επίσημα χείλη είχε αποκληθεί, η οποία, παρά τις αντιδράσεις της Eurostat, κατατάχθηκε (χάρη στην τότε Εθνική Στατιστική Υπηρεσία) εκτός γενικής κυβέρνησης και χρησιμοποιήθηκε για να μειώνεται εικονικά το έλλειμμα και να συγκρατηθεί ο χρηματιστηριακός δείκτης προεκλογικώς (2000) και να καταρρεύσει μετεκλογικώς.
Ως γνωστόν, η ΔΕΚΑ «αγόραζε» μετοχές των 13 κρατικών επιχειρήσεων, κρατώντας το χρηματιστηριακό δείκτη ψηλά (παρασύροντας έτσι τους επενδυτές και κλέβοντας τα λεφτά και την ψήφο τους μέσα σε ένα γενικό κλίμα ευφορίας) και μετά ξεπούλησε, αφήνοντας τα θύματά της με τα ρέστα τους.
Την ίδια δουλειά έκανε και η ΑΤΕ Συμμετοχών με τα περίφημα «λαμπρόχαρτα».
Κι’ όταν το πάρτι τελείωσε και ολόκληρες περιουσίες άλλαξαν χέρια, από πρωθυπουργικά χείλη ακούστηκε η περίφημη φράση «ας πρόσεχαν!».
Ας πρόσεχαν, λοιπόν! Και ας μην πίστευαν τις πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις πως «όταν η οικονομία πάει καλά και το χρηματιστήριο πάει καλά».
Ας πρόσεχαν και ας μην έσπευδαν να ενταχθούν στο περίφημο «κόμμα του χρηματιστηρίου».
Τέλος πάντων, τότε, σε μια πενταετία χάθηκε ένα ολόκληρο ΑΕΠ.
Με τους πάντες να παρανομούν, να γίνεται τζίρος 600 δις δρχ. ημερησίως και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να παρακολουθεί αμέτοχη.
Τώρα, εν μέσω κρίσης αυτή τη φορά (και όχι ευφορίας και «ισχυρής Ελλάδας» με δανεικά) επιχειρείται μια δεύτερη βίαιη αναδιανομή του πλούτου.
Λεφτά δεν υπάρχουν.
Υπάρχουν, όμως τα ακίνητα που έχουν στην κατοχή τους οι Έλληνες.
Αυτό, λοιπόν, που επιχειρείται, είναι μετά τα λεφτά, να αλλάξουν χέρια και τα ακίνητα – με τους πλειστηριασμούς και με την βαριά φορολογία στην ακίνητη περιουσία.
Ο κίνδυνος είναι να ζήσουμε ένα νέο «χρηματιστήριο».
Παλιά μας τέχνη κόσκινο, δηλαδή.
Τότε για να κλαπεί το ρευστό του κόσμου, τώρα για να βρεθούν τα χρήματα που απαιτούν οι δανειστές.
Με μια διαφορά: Για να μπορείς να ζητάς συνεχώς από τον απλό κόσμο, πρέπει και κάτι να δίνεις.
Και για να συνεννοηθούμε: Για να μπορείς να ζητάς από τον άλλο τον τραπεζικό του λογαριασμό ή το ένα από τα ακίνητά του, πρέπει προηγουμένως να τα έχεις πάρει από αυτούς που έκλεψαν ιλιγγιώδη ποσά μέσω της φοροδιαφυγής.
Ακόμη κι’ αν δεχθούμε πως ένα μεγάλο μέρος της ακίνητης περιουσίας που έχει σχηματιστεί στην Ελλάδα είναι προϊόν φοροδιαφυγής, για να τιμωρήσεις την μικρή φοροδιαφυγή, πρέπει προηγουμένως να έχεις τιμωρήσει τη μεγάλη.
Ήταν τότε που επετράπη να εισαχθεί στο χρηματιστήριο όποια «εταιρία» περνούσε απ’ έξω, με τις «άρρωστες» και ύποπτες αυτές «εισηγμένες» να συγκεντρώνουν το ιλιγγιώδες ποσό των 26,8 δις ευρώ, όπως προέκυψε από την έκθεση για την χρήση των αντληθέντων κεφαλαίων από τις εισηγμένες την τετραετία 1999-2002.
Ήταν τότε που δημιουργήθηκε η περίφημη «Αγία ΔΕΚΑ», όπως από επίσημα χείλη είχε αποκληθεί, η οποία, παρά τις αντιδράσεις της Eurostat, κατατάχθηκε (χάρη στην τότε Εθνική Στατιστική Υπηρεσία) εκτός γενικής κυβέρνησης και χρησιμοποιήθηκε για να μειώνεται εικονικά το έλλειμμα και να συγκρατηθεί ο χρηματιστηριακός δείκτης προεκλογικώς (2000) και να καταρρεύσει μετεκλογικώς.
Ως γνωστόν, η ΔΕΚΑ «αγόραζε» μετοχές των 13 κρατικών επιχειρήσεων, κρατώντας το χρηματιστηριακό δείκτη ψηλά (παρασύροντας έτσι τους επενδυτές και κλέβοντας τα λεφτά και την ψήφο τους μέσα σε ένα γενικό κλίμα ευφορίας) και μετά ξεπούλησε, αφήνοντας τα θύματά της με τα ρέστα τους.
Την ίδια δουλειά έκανε και η ΑΤΕ Συμμετοχών με τα περίφημα «λαμπρόχαρτα».
Κι’ όταν το πάρτι τελείωσε και ολόκληρες περιουσίες άλλαξαν χέρια, από πρωθυπουργικά χείλη ακούστηκε η περίφημη φράση «ας πρόσεχαν!».
Ας πρόσεχαν, λοιπόν! Και ας μην πίστευαν τις πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις πως «όταν η οικονομία πάει καλά και το χρηματιστήριο πάει καλά».
Ας πρόσεχαν και ας μην έσπευδαν να ενταχθούν στο περίφημο «κόμμα του χρηματιστηρίου».
Τέλος πάντων, τότε, σε μια πενταετία χάθηκε ένα ολόκληρο ΑΕΠ.
Με τους πάντες να παρανομούν, να γίνεται τζίρος 600 δις δρχ. ημερησίως και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να παρακολουθεί αμέτοχη.
Τώρα, εν μέσω κρίσης αυτή τη φορά (και όχι ευφορίας και «ισχυρής Ελλάδας» με δανεικά) επιχειρείται μια δεύτερη βίαιη αναδιανομή του πλούτου.
Λεφτά δεν υπάρχουν.
Υπάρχουν, όμως τα ακίνητα που έχουν στην κατοχή τους οι Έλληνες.
Αυτό, λοιπόν, που επιχειρείται, είναι μετά τα λεφτά, να αλλάξουν χέρια και τα ακίνητα – με τους πλειστηριασμούς και με την βαριά φορολογία στην ακίνητη περιουσία.
Ο κίνδυνος είναι να ζήσουμε ένα νέο «χρηματιστήριο».
Παλιά μας τέχνη κόσκινο, δηλαδή.
Τότε για να κλαπεί το ρευστό του κόσμου, τώρα για να βρεθούν τα χρήματα που απαιτούν οι δανειστές.
Με μια διαφορά: Για να μπορείς να ζητάς συνεχώς από τον απλό κόσμο, πρέπει και κάτι να δίνεις.
Και για να συνεννοηθούμε: Για να μπορείς να ζητάς από τον άλλο τον τραπεζικό του λογαριασμό ή το ένα από τα ακίνητά του, πρέπει προηγουμένως να τα έχεις πάρει από αυτούς που έκλεψαν ιλιγγιώδη ποσά μέσω της φοροδιαφυγής.
Ακόμη κι’ αν δεχθούμε πως ένα μεγάλο μέρος της ακίνητης περιουσίας που έχει σχηματιστεί στην Ελλάδα είναι προϊόν φοροδιαφυγής, για να τιμωρήσεις την μικρή φοροδιαφυγή, πρέπει προηγουμένως να έχεις τιμωρήσει τη μεγάλη.
Υ.Γ. Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο ανησυχητική, όταν βλέπουμε πως κυριαρχεί η ίδια νοοτροπία με εκείνη την εποχή – ου μην αλλά και τα ίδια πρόσωπα.
Πρόκειται για τους αρχιτέκτονες του σαθρού οικοδομήματος της «ισχυράς Ελλάδας» και τους μάγους της δημιουργικής λογιστικής, που μάλιστα τον Δεκέμβριο του 2004 είχαν στείλει στους Ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών και ηλεκτρονικό μήνυμα καταγγελίας της τότε κυβέρνησης της Ν.Δ.
Ανησυχητική κρίνεται και η επανεμφάνιση του κ. Κ. Σημίτη, που φαίνεται πως έχει αναθαρρήσει.
Είχε κι’ αυτός αρθρογραφήσει (στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς), για να τον αδειάσει στα τέλη Δεκεμβρίου 2004 ο τότε (γιατί ο σημερινός… άστα να πάνε) γενικός διευθυντής της Eurostat Γκίντερ Χανράιχ:
«Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία δεν μπορεί να συμφωνήσει με τον κ. Σημίτη σε ορισμένες από τις επισημάνσεις του και ειδικότερα ότι η αναθεώρηση των δημοσιονομικών στοιχείων της Ελλάδας έγινε από τη νέα ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών χρησιμοποιώντας αναδρομικά τους νέους κανονισμούς. Υπενθυμίζει στον πρώην πρωθυπουργό τις παρατυπίες που είχαν συμβεί σχετικά με την καταγραφή των δημοσιονομικών στοιχείων. Δεν εμφάνιζαν ένα σημαντικό μέρος των αμυντικών δαπανών, φούσκωναν τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων και έκαναν λανθασμένους χειρισμούς της κεφαλαιοποίησης τόκων κρατικών ομολόγων. Υπογραμμίζει ότι παρά τις διαβεβαιώσεις ότι θα κατατεθούν τα ενδεδειγμένα στοιχεία, αυτό δεν συνέβη ποτέ. Οι πληροφορίες που η Eurostat είχε από τις ελληνικές αρχές δεν της επέτρεπαν να καταλήξει στα σωστά συμπεράσματα».
Πρόκειται για τους αρχιτέκτονες του σαθρού οικοδομήματος της «ισχυράς Ελλάδας» και τους μάγους της δημιουργικής λογιστικής, που μάλιστα τον Δεκέμβριο του 2004 είχαν στείλει στους Ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών και ηλεκτρονικό μήνυμα καταγγελίας της τότε κυβέρνησης της Ν.Δ.
Ανησυχητική κρίνεται και η επανεμφάνιση του κ. Κ. Σημίτη, που φαίνεται πως έχει αναθαρρήσει.
Είχε κι’ αυτός αρθρογραφήσει (στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς), για να τον αδειάσει στα τέλη Δεκεμβρίου 2004 ο τότε (γιατί ο σημερινός… άστα να πάνε) γενικός διευθυντής της Eurostat Γκίντερ Χανράιχ:
«Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία δεν μπορεί να συμφωνήσει με τον κ. Σημίτη σε ορισμένες από τις επισημάνσεις του και ειδικότερα ότι η αναθεώρηση των δημοσιονομικών στοιχείων της Ελλάδας έγινε από τη νέα ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών χρησιμοποιώντας αναδρομικά τους νέους κανονισμούς. Υπενθυμίζει στον πρώην πρωθυπουργό τις παρατυπίες που είχαν συμβεί σχετικά με την καταγραφή των δημοσιονομικών στοιχείων. Δεν εμφάνιζαν ένα σημαντικό μέρος των αμυντικών δαπανών, φούσκωναν τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων και έκαναν λανθασμένους χειρισμούς της κεφαλαιοποίησης τόκων κρατικών ομολόγων. Υπογραμμίζει ότι παρά τις διαβεβαιώσεις ότι θα κατατεθούν τα ενδεδειγμένα στοιχεία, αυτό δεν συνέβη ποτέ. Οι πληροφορίες που η Eurostat είχε από τις ελληνικές αρχές δεν της επέτρεπαν να καταλήξει στα σωστά συμπεράσματα».
Επομένως, αν κάποιοι θεωρούν ότι θα αναζητήσουν λύσεις σε ένα «νέο χρηματιστήριο», καλύτερα να το ξεχάσουν…